- πολύφωτος
- η , ο [ος , ον ]1) хорошо освещённый; 2) сверкающий огнями, яркий
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
πολύφωτος — η, ο / πολύφωτος, ον, ΝΜΑ 1. αυτός που έχει πολύ φως («πολύφωτος ἥλιος», Μηναί.) 2. αυτός που σκορπίζει, που διαχέει άπλετο φως, ο γεμάτος φως 3. αυτός που έχει πολλά φώτα («πολυφώτους ἀργυρᾱς λυχνίας» πολυκάντηλα) 4. το ουδ. ως ουσ. το… … Dictionary of Greek
πολυ- — Α το, Ν άκλ. (βιοχ.) πολυριβονουκλεοτίδιο που αποτελείται εξ ολοκλήρου από αδενυλικά υπολείμματα. ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο επιθ. πολύς και δηλώνει ότι το β συνθετικό γίνεται πολλές φορές,… … Dictionary of Greek
φως — Ημερήσια ελληνική εφημερίδα του Καΐρου, που ιδρύθηκε το 1903 και εκδίδεται μέχρι σήμερα. Ιδρυτής και πρώτος διευθυντής ο Στ. Ευσταθιάδης. Με τον ίδιο τίτλο κυκλοφόρησε εβδομαδιαία εφημερίδα στο Αγρίνιο (1927 35) με ιδρυτή τον Μ. Τζάνη. * * * ωτός … Dictionary of Greek
ԲԱԶՄԱԼՈՅՍ — ( ) NBH 1 405 Chronological Sequence: Unknown date, 8c, 9c, 12c, 13c, 14c ա. πολύφωτος luculentus, lucidissimus Որոյ լոյսն է բազում. լուսաւոր. լուսափայլ. ... *Բազմալոյս արեգակն Ճ. ՟Ա.: եւ Վրդն. լս.: *Առատ եւ բազմալոյս ճառագայթն Աստուած պետականին… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ԲԱԶՄԱՃԱՃԱՆՉ — ( ) NBH 1 410 Chronological Sequence: 8c, 10c ա. πολύφωτος, αὑγήεις lucidissimus, splendidus Ճաճանչագեղ. լուսափայլ. ճառագայթաւէտ. պայծառ. *Նորոգ փայլեցեալ բազմաճաճանչ ծայրարձակութեամբ. Նար. ՟Ղ՟Գ: *Ելանէաք առ բարձրագոյնսն բազմաճաճանչ ճառագայթիցն… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ДАНИИЛ СТОЛПНИК — [греч. Δανιὴλ ὁ Στυλίτης] (409 493), прп. (пам. 11 дек.). В соответствии с 1 й редакцией Жития (BHG, N 489) Д. С. род. в дер. Мерафа (в др. источниках, Марафа, Мифара или Вифара) близ г. Самосата в Сирии (ныне г. Самсат на юго востоке Турции).… … Православная энциклопедия
ЗАХАРИЯ ХАНЕНДЕС — [греч. Ζαχαρίας ὁ Χανεντές] (нач. XVIII в., К поль кон. XVIII в. (?)), певец, мелург (ханендес в переводе с турецкого означает «мелод»). По сведениям Хрисанфа из Мадита, З. Х., современник и ученик Даниила, протопсалта, занимался церковной и… … Православная энциклопедия